Κύθηρα

Τα Κύθηρα, νησί γνωστό και με την παλαιότερη ενετική ονομασία Τσιρίγο (Cerigo) είναι, κατά τη μυθολογία, το νησί της θεάς Ουράνιας Αφροδίτης και του Έρωτα. Βρίσκεται στη Νότιο Ελλάδα, στα νότια της Πελοποννήσου και νοτιότερα της Ελαφόνησου και του κάβο Μαλιά. Τα Κύθηρα συνδέονται ακτοπλοϊκά όλο το χρόνο με τον Πειραιά και το Καστέλι της Κρήτης. Συνδέονται επίσης με την Καλαμάτα, το Γύθειο και την Νεάπολη Λακωνίας. Τα Κύθηρα διαθέτουν αεροδρόμιο και συνδέονται αεροπορικά με την Αθήνα όλο το χρόνο με δρομολόγια της Ολυμπιακής αεροπορίας. Το αεροδρόμιο βρίσκεται 8 χλμ. από την Χώρα.


Ετυμολογία
Το όνομα Κύθηρα (Τσιρίγο) έχει βαθιά στην ιστορία τις ρίζες του. Ο Όμηρος το αναφέρει στο επικό του έργο, την Ιλιάδα, ενώ η θεά Αφροδίτη, η θεά του Έρωτα, ταυτίζεται με το νησί και παίρνει το όνομα Κυθέρεια (Ακύθηρος λεγόταν ο στερούμενος θέλγητρων άνθρωπος). Και άλλοι όμως σπουδαίοι συγγραφείς της αρχαιότητας αναφέρονται στο νησί με το όνομα Κύθηρα. Ανάμεσα σε αυτούς είναι ο Ηρόδοτος, ο Διόνυσος, ακόμα και ο Αριστοτέλης (που παραδέχεται ότι το νησί λεγόταν Πορφυρούσα - λόγω της επεξεργασίας πορφύρας - αλλά στις μέρες του λεγόταν Κύθηρα) και ο Ξενοφώντας (στα Ελληνικά του χρησιμοποιεί τον όρο Κυθηρία γη).
Ο Ισίδωρος (γεωγράφος του Α΄ μ.Χ. αιώνα) υποστήριξε μια "ανατρεπτική" άποψη, ότι δηλαδή το νησί έλαβε το όνομά του από την Κυθέρεια Αφροδίτη και όχι το αντίστροφο. Μάλιστα, μίλησε πρώτη φορά για τη σημασία του ρ. κεύθω και τη σχέση του με τη θεά και το νησί. Κεύθω σημαίνει κρύβω τον έρωτα, ενώ εκείνοι που κάνουν έρωτα στο νησί (στο μέρος εκείνο, δηλ. τα Κύθηρα), ανακαλύπτουν το κρυμμένο ερωτικό πάθος. Η ονομασία του νησιού συναντάται στον πληθυντικό ίσως από την ύπαρξη και των διπλανών Αντικυθήρων.
Ποια η σχέση όμως των δύο προσωνυμιών του νησιού, Κύθηρα και Τσιρίγο; Ύστερα από μελέτες και έρευνες φαίνεται ότι τα δύο παραπάνω ονόματα έχουν σχέση αλληλεπίδρασης, δηλαδή είτε ότι η μια ταυτίζεται με την άλλη είτε ότι η μια δημιουργεί την άλλη.
Έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι στην Κύπρο υπάρχει περιοχή Κυθραία ή Κύθρα, όπου βρέθηκαν αγάλματα της θεάς Αφροδίτης, ενώ η κοινή ονομασία της περιοχής είναι Τζυρκά.


Μυθολογία
Η γέννηση της Αφροδίτης στα Κύθηρα σύμφωνα με τη μυθολογία, υπήρξε το γεγονός εκείνο που καθόρισε και τη μετέπειτα πορεία του νησιού. Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου η Αφροδίτη γεννήθηκε στους αφρούς της θάλασσας των Κυθήρων, όταν έπεσαν σε αυτήν τα αποκομμένα από τον Κρόνο γεννητικά όργανα του πατέρα του Ουρανού. Τα κύματα παρέσυραν, σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή του μύθου, στη συνεχεία τη θεά, η οποία έφθασε στην Πάφο της Κύπρου, όπου επίσης λατρεύτηκε ως θεά προστάτης του νησιού.
Από τα Κύθηρα φέρεται να έχει και την προσωνυμία Κυθέρεια η Αφροδίτη, η οποία λατρεύτηκε στην αρχαιότητα με τρεις μορφές. Ως Ουρανία, θεά – προστάτης της αγάπης και του αγνού ερωτά, με κύριο τόπο λατρείας τα Κύθηρα. Ως Πάνδημος, θεά – προστάτης του σαρκικού έρωτα και της αναπαραγωγής με κύριο τόπο λατρείας την Κύπρο. Και τέλος, με τη λιγότερο γνωστή μορφή, ως Αποστρόφια, θεά που διασφάλιζε την ηθική τάξη και προστάτευε τη σύζυγο και τα παιδιά, που αναφέρεται ότι λατρεύτηκε στη Θήβα και αλλού. Η ίδρυση από τα πολύ πρώιμα χρόνια ναού της θεάς στα Κύθηρα έδωσε και στο νησί τον ομηρικό χαρακτηρισμό ζάθεα, δηλαδή πανάγια.
Η ανάδυση της θεάς από τη θάλασσα των Κυθήρων είναι σημειολογικά μια προσπάθεια των αρχαίων, σύμφωνα με τους ειδικούς στην Παλαιοντολογία, να ερμηνεύσουν την ανάδυση του νησιού από τη θάλασσα. Αυτό αποδεικνύεται από τον πλούσιο αριθμό παλαιοντολογικών ευρημάτων, που έχουν προέλευση τη θαλάσσια ζωή, σε εκτεταμένες περιοχές των Κυθήρων, στα Μητάτα και τα Βιαράδικα.


Κλίμα
Το κλίμα των Κυθήρων είναι εύκρατο μεσογειακό. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι περίπου + 20 °C και το μέσο ετήσιο ύψος βροχής, (διάρκειας περίπου 60 ημερών), είναι 600 χλσ., η μέση νέφωση είναι 4 και η μέση δύναμη των ανέμων περίπου 3 - 4 μποφόρ με επικρατέστερους ανέμους τους βορειοανατολικούς και δυτικούς. Πολλές φορές κατά την Άνοιξη παρατηρείται ένας δυτικός-νοτιοδυτικός άνεμος καλούμενος "προβέντζα" που αθροίζει χαμηλά νέφη δημιουργώντας ομίχλη όπου και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή των ναυτιλλομένων. Το χιόνι είναι σπάνιο καθώς και η θερμοκρασία κάτω του - 4 °C.

Δημογραφία
Άποψη του λόφου Απλουνόρι των Κυθήρων, χαλκογραφία του Δήμου Stephanopoli από το βιβλίο "Voyage de Dimo et Nicolo Stephanopoli en Grece...", Παρίσι 1800

Τα Κύθηρα έχουν πληθυσμό 3.354 κατοίκους (απογραφή 2001). Η ομώνυμη πρωτεύουσα του νησιού έχει 579 κατοίκους, ενώ σημαντικά χωριά είναι το Λιβάδι με 370 και ο Ποταμός με 400 κατοίκους. Οι υπόλοιποι κάτοικοι βρίσκονται σε πολλά (σχεδόν 60) μικρά γραφικά χωριά, διάσπαρτα σε όλη την έκταση του νησιού. Το νησί διοικητικά αποτελεί ένα Δήμο που μαζί με την κοινότητα Αντικυθήρων του ομώνυμου γειτονικού νησιού, υπάγονται στην Επαρχία Κυθήρων η οποία ανήκει στη Νομαρχία Πειραιώς. Ιστορικά τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα υπάγονται στα Επτάνησα.

Διοίκηση
Τα Κύθηρα ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα μαζί με τα Επτάνησα των οποίων αποτελούσαν τμήμα με την αποδοχή του στέμματος του Βασιλείου της Ελλάδος από τον Γεώργιο τον Α΄. Μέχρι το 1829 υπάγονταν διοικητικά στο νομό Αργολιδοκορινθίας και δικαστικά στο Πρωτοδικείο Γυθείου. Το 1929 υπάχθηκαν διοικητικά στο νομό Αττικοβοιωτίας και δικαστικά στο πρωτοδικείο Πειραιώς. Τέλος με τη συγκρότηση της Νομαρχίας Πειραιώς και νήσων υπάχθηκε στη τελευταία. Επί των Κυθήρων υφίσταται Ειρηνοδικείο και Πταισματοδικείο. Παλαιότερα υπήρχε υποδιοίκηση της Χωροφυλακής που έδρευε στη πρωτεύουσα του νησιού με δύο σταθμούς έναν στον Ποταμό και έναν στα Αντικύθηρα. Το λιμενικό έλεγχο μέχρι το 1986 στα Κύθηρα και Αντικύθηρα ασκούσε η Λιμενική Αρχή Γυθείου διατηρώντας επ΄ αυτού δύο Λιμενικούς σταθμούς, έναν στην Αγία Πελαγία και έναν στο Καψάλι. Από το 1987 υπάχθηκαν στη Λιμενική Αρχή Νεάπολης Βοιών όπου από Λιμενικός σταθμός (Γυθείου) αναδείχθηκε σε Υπολιμεναρχείο. Από τελωνειακού ελέγχου υφίστανται δύο τελωνοσταθμαρχεία, ένα στην Αγία Πελαγία και ένα στο Καψάλι που υπάγονται στο Τελωνείο Γυθείου. Εκτός αυτών υφίστανται και όλες οι άλλες δημόσιες υπηρεσίες και γραφεία ΔΕΚΟ.
Περί το τέλος του 1928 στα Κύθηρα λειτουργούσαν 22 δημοτικά σχολεία (και ένα στα Αντικύθηρα) εκ των οποίων 15 ήταν αρρεναγωγεία και 8 παρθεναγωγεία. Το 1929 συμπτύχθηκαν σε 15 μικτά στα οποία φοιτούσαν τότε περίπου 1500 μαθητές και μαθήτριες. Το πρώτο πλήρες κλασσικό μικτό γυμνάσιο ιδρύθηκε το 1921 στη πόλη των Κυθήρων, στο οποίο το 1929 φοιτούσαν περίπου 150 μαθητές και μαθήτριες. Το 1964 επί κυβερνήσεως Γ. Παπανδρέου χωρίσθηκε σε τριτάξιο Γυμνάσιο και τριτάξιο Λύκειο όπου επί χούντας το 1967 καταργήθηκε το Λύκειο και επανήλθε ως εξατάξιο Γυμνάσιο πλην όμως είχε αρχίσει ήδη η συρρίκνωση του πληθυσμού κυρίως λόγω αστυφιλίας. Εκκλησιαστικά τα Κύθηρα αποτελούν ιδία Μητρόπολη την Ιερά Μητρόπολη Κυθήρων που έχει έδρα στη πόλη των Κυθήρων.

Οι κάτοικοι είναι κυρίως αγρότες και υπάλληλοι αλλά με την αύξηση του τουρισμού και την προσέλευση ημιμόνιμων οικιστών το κέντρο βάρους έχει μετατοπισθεί προς τις τουριστικές επιχειρήσεις και την οικοδομή. Κύρια αγροτικά προϊόντα είναι το λάδι και το μέλι. Τουριστικά το νησί βρίσκεται σε ανάπτυξη. Συνεισφορά στην καλή φήμη του αποτελεί και το γεγονός ότι η οικιστική του ανάπτυξη γίνεται ελεγχόμενα, χωρίς αλλοίωση του τοπικού ρυθμού.

Αλυκές Κυθήρων
Σύμφωνα με έκθεση της Λιμενικής Αρχής Γυθείου (Δεκέμβριος 1983) στα Κύθηρα λειτουργούσαν 18 αλυκές από τις 25 που υπήρχαν προπολεμικά, κυρίως επί των ανατολικών ακτών, από τις οποίες παράγονταν αυτόπηκτο θαλάσσιο μαγειρικό αλάτι που επαρκούσε για τις ανάγκες του νησιού. Η παραγωγή αυτών δεν παραδίδονταν σε αποθήκες του κρατικού μονοπώλιου (άλατος), που ίσχυε ακόμη, αλλά συλλέγονταν μόνο από τους ενοικιαστές των αλυκών, οι οποίες και ανήκαν στην "Εγχώρια Περιουσία των Κυθήρων", όπου κατ΄ έτος δίδονταν σε δημοπρασία με ετήσιο ενοίκιο.

Αξιοθέατα
Στο νησί υπάρχει ένα μεγάλο πλήθος από αξιοθέατα με κυριότερο τα πολυάριθμα και διάσπαρτα σε μικρή απόσταση το ένα από το άλλο, παραδοσιακά χωριά και το λοφώδες τοπίο. Υπάρχουν πολλά βυζαντινά και ενετικά μνημεία, και μερικά αγγλικά. Τα κυριότερα αξιοθέατα είναι:


Η Χώρα με τα παραδοσιακά στενά και αρχιτεκτονική της και το κάστρο της.
Το Καψάλι, το λιμάνι της Χώρας με τους δίδυμους κόλπους, το κέντρο της διασκέδασης στο νησί. Απέναντι απ' το Καψάλι βρίσκεται η βραχονησίδα Αυγό ή Χύτρα με επισκέψιμο σπήλαιο.
Η Παλαιόχωρα, η ερειπωμένη βυζαντινή πρωτεύουσα του νησιού και η Κακή Λαγκάδα, η έξοδος του μεγάλου φαραγγιού της Παλαιόχωρας νότια της Αγ. Πελαγίας.
Ο Μυλοπόταμος, παραδοσιακό χωριό στα δυτικά με τον καταρράκτη της Φόνισσας και την μεσαιωνική Κάτω Χώρα με το Ενετικό κάστρο, το εντυπωσιακό τοπίο και τα συντηρημένα Βυζαντινά εκκλησάκια μέσα στο κάστρο.
Ο Αυλέμονας, ήσυχο λιμανάκι με μικρό Ενετικό κάστρο.
Τα μεσαιωνικά Αρωνιάδικα και η αλληλουχία παραδοσιακών χωριών στο κέντρο του νησιού.
Η γέφυρα στο Κατούνι που κατασκευάστηκε από τους Άγγλους το 1829 και ήταν η μεγαλύτερη στο είδος της στην Ελλάδα.
Στο νησί υπάρχει μεγάλο πλήθος από παλαιούς ναούς και μονές από τον 13ο αιώνα και ύστερα. Τρία μοναστήρια, η Παναγία Μυρτιδιώτισσα, προστάτιδα του νησιού, η Αγία Μόνη και η Αγία Ελέσσα βρίσκονται σε αντικρυστές κορυφές βουνών. Σε τρία σημεία υπάρχουν ναοί μέσα σε σπήλαια.
Οι κυριότερες παραλίες είναι το Διακόφτι, η Παλαιόπολη, το Καλαδί, οι Όχελες, η Φυρή Άμμος, το Μελιδόνι, το Καψάλι,η Αγία Πελαγία, οι Φούρνοι, ο Χαλκός, η Κομπονάδα,η Πλατιά Άμμος.

Ο Δήμος Κυθήρων
Ο Δήμος Κυθήρων περιλαμβάνει ολόκληρο το νησί των Κυθήρων και τις γύρω νησίδες. Ανήκει στην νομαρχία Πειραιά. Σχηματίστηκε με εφαρμογή του σχεδίου Καποδίστριας το 1997 από την συνένωση των παλαιότερων κοινοτήτων του νησιού. Με την εφαρμογή του σχεδίου Καλλικράτης θα συνενωθεί με την κοινότητα Αντικυθήρων σχηματίζοντας τον νέο Δήμο Κυθήρων που λειτουργεί από την 1η Ιανουαρίου του 2011.

 

 


 

        

                                                  Πρώτοι κάτοικοι – Φοίνικες – η ονομασία των Κυθήρων –

                                                        τα Κύθηρα κατά τους ιστορικούς χρόνους


                                                                  Νικόλαος Πετρόχειλος

                                                                                                                                                               
Η Αρχαιολογική έρευνα στο νησί υπάρχει, αλλά είναι σχετικά περιορισμένη. Από τις έρευνες πάντως προκύπτει ότι τα Κύθηρα κατοικούνται ήδη από το τέλος της ύστερης νεολιθικής περιόδου, δηλαδή γύρω στο 3000 π.Χ., ενώ νεότερες αρχαιολογικές έρευνες (Διακόφτι, κλπ.) πιθανόν  να οδηγούν στην κατοίκηση του νησιού ακόμη παλαιότερα. Οι Μινωίτες εγκαθίστανται στα Κύθηρα γύρω στο 2600 π.Χ. και παραμένουν στο νησί μέχρι το 1500 π.Χ. Ξέρουμε σήμερα ότι οι πρώτοι κάτοικοι ήταν Μινωίτες άποικοι, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή της αρχαίας Σκάνδειας, δηλαή της σημερινής Παληόπολης. Η θέση της δεύτερης πόλης των αρχαίων Κυθήρων, που έφερε το όνομα Κύθηρα, πιθανολογείται ότι ήταν στη θέση Παλιόκαστρο, όπου και ο ναός της Αφροδίτης. Οι Μινωίτες Κρήτες, που ανήκαν στην Αιγαία φυλή, θεωρούμενη ως παλαιότερη της Ινδοευρωπαϊκής, ήταν ένας ανήσυχος λαούς, που θαλασσοκρατούσε την εποχή της ακμής του. Οι ανασκαφικές έρευνες του 1992-1994 από τον αείμνηστο καθηγητής αρχαιολογίας Γιάννη Σακελλαράκη, απεκάλυψαν στον Άγιο Γεώργιο στο Βουνό , που βρίσκεται και δεσπόζει πάνω από την ευρύτερη περιοχή της Παληόπολης, ασύλητο ιερό κορυφής των μινωικών χρόνων με πλήθος πολύτιμων ευρημάτων, λατρευτικών κυρίως. Στην περιοχή της Παληόπολης έγιναν ανασκαφικές έρευνες από τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή, η δεν ανασκαφή του αρχαιολόγου Βαλερίου Στάη έξω από τη Χώρα αποκάλυψε τάφο με μυκηναϊκά και μινωικά ευρήματα.
Οι Φοίνικες, εξάλλου, έφτασαν στην Κρήτη, όπου έκτισαν πόλεις όπως η Γόρτυνα και η Κνωσσός, και από εκεί έφτασαν στα Κύθηρα, όπου, κατά τον ιστορικό των χρόνων του Αυγούστου Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα, επιδόθηκαν στη συλλογή της πορφύρας, του κοχυλιού δηλαδή από την κατεργασία του οποίου έβγαινε το πολύτιμο ερυθρό χρώμα, με το οποίο βάφονταν τα βασιλικά ενδύματα. Φαίνεται ότι η λατρεία της Αφροδίτης έφτασε στα Κύθηρα με τους Φοίνικες, ο δε αναφερόμενος από τον βυζαντινό γραμματικό του 6ου αιώνα μ.Χ. Στέφανο τον Βυζάντιο μύθος, ότι ο πρώτος οικιστής των Κυθήρων ήταν ο Κύθηρος από τη Φοινίκη, μαρτυρεί και τη φοινικική ενδεχομένως προέλευση του ονόματος Κύθηρα.
Η ονομασία Κύθηρα είναι πολύ παλαιά, εφόσον αναφέρεται σε αιγυπτιακή επιγραφή του 1400 π.Χ. μεταξύ των αρχαιοτέρων τοπωνυμίων της Ελλάδας. Η ετυμολόγηση της λέξης είναι άγνωστη και έχει δημιουργήσει σωρεία προβλημάτων. Οι πιο σημαντικές εκδοχές είναι αυτές : Τα Κύθηρα, όπως αναφέρει και ο λόγιος και λεξικογράφος του 19ου αιώνα Σκαρλάτος ο Βυζάντιος, προέρχεται από το ρήμα κεύθω, που σημαίνει κρύβω στην κοιλιά και, κατ’ επέκταση, κρύβω τον έρωτα∙  με μετατροπή του κεύθω σε κύθω προήλθε η λέξη Κύθηρα.. Κατ’ αυτή την άποψη, συνδέεται με τη λέξη και η λατρεία της Αφροδίτης, η οποία έκρυβε τον έρωτα στην κοιλιά της. Κατά μία άλλη άποψη, η λέξη Κύθηρα αποτελεί κράμα ελληνοσημιτικών ονομάτων COUTERED ή KOUTERA, που σημαίνουν την περικεφαλαία, ενισχύεται δε η άποψη αυτή και από την ονομασία του αρχαίου επινείου της πόλεως Κύθηρα, της Σκάνδειας, που επίσης σημαίνει στη σημιτική την περικεφαλαία. Τέλος υπάρχει και η εκδοχή, που δέχεται ο Ηρόδοτος και αναφέρει ο Στέφανος ο Βυζάντιος, περί της ονομασίας Κύθηρα από το όνομα του Κυθήρου, υιού του Φοίνικα και ήρωα, ο οποίος ήταν ο πρώτος οικιστής της νήσου. Κατά τα αρχαία χρόνια τα Κύθηρα ονομάζονταν Πορφυρίς ή Πορφυρούσα εξ αιτίας της παραγομένης πορφύρας. Κατά τα μεσαιωνικά χρόνια το νησί γίνεται γνωστό με το όνομα Τσιρίγο, λέξη η οποία προκύπτει προφανώς από διαδοχικές παραφθορές της λέξης Κύθηρα : Κύθηρα – Cytherigo –Cerigo- Τσιρίγο.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων, οι κάτοικοι των Κυθήρων ήταν Δωριείς, αλλά δεν έχει διαπιστωθεί πότε ακριβώς οι Δωριείς εποίκησαν το νησί. Πάντως, οι πρώτοι γνωστοί κάτοικοι του νησιού κατά τους ιστορικούς χρόνους ήταν οι Αργείοι, με τους οποίους έχουν διαπιστωθεί επαφές του νησιού από τον 8ο αιώνα π.Χ. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.) τα Κύθηρα περιέρχονται άλλοτε υπό την κυριαρχία των Λακεδαιμονίων και άλλοτε υπό την αιγίδα των Αθηναίων. Με την ήττα των Αθηναίων στον Πελοποννησιακό Πόλεμο τα Κύθηρα επιστρέφουν κάτω από την κυριαρχία της Σπάρτης. Στα χρόνια της ρωμαϊκής κυριαρχίας έχουμε ελάχιστες αναφορές στο νησί, ο δε Αύγουστος το 21 π.Χ. (δέκα χρόνια μετά την αποφασιστική ναυμαχία του Ακτίου και την ήττα του Μάρκου Αντωνίου) παραχωρεί τα Κύθηρα στον Γάιο Ιούλιο Ευρυκλή, και από τότε η μοναδική ενδιαφέρουσα πληροφορία, που δείχνει βέβαια ότι το νησί εξακολουθεί να κατοικείται, είναι μια επιγραφή που αναφέρει ότι οι κάτοικοι των Κυθήρων τιμούν τον Αυτοκράτορα Τραϊανό (2ος μ.Χ. αιώνας) αποδίδοντάς του την προσωνυμία Pater Patriae (=Πατέρας της Πατρίδας).

Ποιητές, Μουσικοί και Καλλιτέχνες
Φιλόξενος ο Κυθήριος: Γεννήθηκε το 435 π.Χ., στα πρόθυρα του Πελοποννησιακού Πολέμου, όταν τα Κύθηρα εναλλάσσονταν μεταξύ Αθηνών και Σπάρτης. Βρέθηκε λοιπόν δούλος κατ’ αρχάς του Σπαρτιάτη Αγεσύλου και αργότερα του περίφημου Αθηναίου λυρικού ποιητή Μελανιππίδη. Από αυτόν διδάσκεται ποίηση και μουσική. Καθιερώνεται γρήγορα και αποκτά την ελευθερία του, γίνεται δε γνωστός σε πολλές πόλεις, από τα μικρασιατικά παράλια μέχρι τη Σικελία, και αναφέρεται από πολλούς αρχαίους συγγραφείς. Χαρακτηριστικό της ζωής του είναι η παραμονή του για ένα διάστημα στις Συρακούσες, όπου έτυχε θερμής υποδοχής από τον τύραννο Διονύσιο τον Πρεσβύτερο, ο οποίος θεωρούσε τον εαυτό του λαμπρό ποιητή. Όταν διάβασε στον Φιλόξενο ποιήματά του, τα οποία ο τελευταίος χαρακτήρισε άτεχνα, ρίφθηκε από τον Διονύσιο στα φοβερά και τρομερά λατομεία. Όταν αργότερα κλήθηκε και πάλι για να ακούσει τα ποιήματα του τυράννου και να εκφράσει και πάλι τη γνώμη του γι’ αυτά, αντί άλλης απαντήσεως, ο Φιλόξενος είπε το περίφημο : «Οδηγήστε με πίσω στα λατομεία». Πέθανε το 380 π.Χ. και λέγεται ότι έγραψε 24 διθυράμβους, επιγράμματα και άλλοα ποιήματα, εκ των οποίων λίγα έχουν διασωθεί και πολλά εξ αυτών αμφισβητούνται αν ανήκουν στον ίδιον.
Ξενόδαμος :  Ο Ξενόδαμος ήταν ποιητής κυρίως παιάνων και έγινε γνωστός στην αρχαιότητα για την τέχνη του. Δυσυχώς δεν έχουν σωθεί έργα του. Έζησε τον 7ο αιώνα π.Χ., κατά τον Πλούταρχο.
Ο Πτολεμαίος, ο Ερμογένης και ο Αλέξανδρος ήταν Κυθήριοι και επίσης διακρίθηκαν, ο Πτολεμαίος ως ποιητής, ο Ερμογένης ως γλύπτης και ο Αλέξανδρος ως μουσικός.
Από τον Όμηρο αναφέρονται δύο ήρωες Κυθήριοι, ο Αμφιδάμας και ο Λυκόφρων.

 

 

                                                             Η Αφροδίτη στα Κύθηρα
(από το βιβλίο του Μανώλη Καλλίγερου Συνοπτική Ιστορία των Κυθήρων – Εδώ γεννήθηκε η Αφροδίτη, Δ΄ έκδοση 2008, Αθήνα, Εκδόσεις «Κυθηραϊκά»)
«Η γέννηση της θεάς Αφροδίτης είναι το μοναδικό αλλά ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο της Ελληνικής Μυθολογίας, που αφορά τα Κύθηρα. Η Αφροδίτη, μια ανατολική, κατά πάσαν πιθανότητα, θεότητα, την οποία γρήγορα λάτρεψαν στην Αρχαία Ελλάδα, αντιπροσώπευε τη θεά της ομορφιάς στο Δωδεκάθεο του Ολύμπου. Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησιόδου η θεά γεννήθηκε όταν ο Κρόνος απέκοψε τα γεννητικά όργανα του πατέρα του, Ουρανού, κι αφού τα κατατεμάχισε, έρριξε τις αιμάζουσες σάρκες στη θάλασσα. Στο σημείο που έπεσαν άρχισε να σχηματίζεται σιγά σιγά ένας αφρός κι απ’ αυτόν αναδύθηκε αργότερα μια πανέμορφη θεά, που την ονόμασαν Αφροδίτη και τη λάτρεψαν ως θεά της ομορφιάς.
Το σημείο όπου κατά τη Μυθολογία έπεσαν τα αποκομμένα μέλη του Ουρανού ήταν στις ανατολικές ακτές των Κυθήρων, έξω από τον κόλπο της αρχαίας Σκάνδειας, σημερινής Παληόπολης. Ένας πολύ μεταγενέστερος μύθος αναφέρει ότι τα γεννητικά όργανα του Ουρανού μεταβλήθηκαν σε δυο μικρά νησάκια, που τώρα μπορεί να διακρίνει κανείς έξω από τις ανατολικές ακτές των Κυθήρων και φέρουν το όνομα Κοφινίδια.
Η θεά μετά τη γέννησή της δεν βγήκε στα Κύθηρα, αλλά την πήραν τα κύματα και τη μετέφεραν στις ακτές της Κύπρου, όπου βγήκε στην ξηρά και πρωτολατρεύτηκε στην Πάφο, σύμφωνα με την ίδια μυθολογική παράδοση. Αν θελήσουμε τώρα να δούμε μέσα από το μύθο, μπορεί να διακρίνουμε την ανατολική προέλευση της θεάε, αφού η Κύπρος ήταν πάντα στους ίδιους πανάρχαιους ναυτικούς δρόμους, που ένωναν τη σημερινή Μέση Ανατολή με την Ελλάδα. Και η γέννησή της στα Κύθηρα, στα οποία είναι γνωστή η παμπάλαιη φοινικική παρουσία, μάλλον ενισχύει την άποψη αυτή. Εξάλλου ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι το ιερό της Αφροδίτης στα Κύθηρα προήλθε από τον αρχαιότατο ναό της Αστάρτης στην Ασκαλώνα της Συρίας, η οποία ήταν φοινικική πόλη.
Εκείνο που είναι γνωστό είναι ότι στην αρχαιότητα η Αφροδίτη λατρεύτηκε με δύο, κυρίως, μορφές στον ελληνικό κόσμο : η Αφροδίτη η Πάνδημος, θεά του σαρκικού έρωτα, που λατρεύτηκε κυρίως στην Κύπρο (Πάφο) και η Αφροδίτη η Ουρανία, θεά του ιδεατού έρωτα, της αιώνιας αγάπης και του Ωραίου, που λατρεύτηκε στα Κύθηρα. Σύμφωνα με τον Παυσανία, στα Κύθηρα υπήρχε ένα πανάρχαιο ιερό της θεάς με ξόανο. Το μνημείο αυτό, με ίχνη από το ναό και το άγαλμα, ισχυρίζεται ότι είδε σε ερείπια το 1550 ο περιηγητής Nicolas de Nicolay και το 1797 ο Castelan.
Για το ναό της Αφροδίτης με το ξύλινο αυτό άγαλμα λέγεται πως ήταν στη θέση Παλιόκαστρο, λίγο μακρύτερα από τη σημερινή Παληόπολη, πάνω σε ένα λόφο με υπέροχη θέα στον κόλπο, όπου γεννήθηκε η θεά και όπου σήμερα βρίσκεται ο ναΐσκος των Αγίων Αναργύρων, ο οποίος κτίστηκε με κομμάτια από τον αρχαίο ναό. Τον τελευταίο αναζήτησε μάταια και ο ανασκαφέας της Τροίας Ερρίκος Σλήμαν κατά τη σύντομη μετάβασή του στα Κύθηρα (1887).

Σύμφωνα με άλλο μύθο, η Αφροδίτη είχε υποσχεθεί στον Πάρη την Ωραία Ελένη της Σπάρτης, για την απόφασή του να δώσει σ’ αυτήν το μήλο της Έριδος. Η Αφροδίτη μάλιστα, λέει ο ίδιος μύθος, είναι αυτή που προστάτεψε το ζεύγος όταν ο Πάρις έκλεψε την Ωραία Ελένη από τη Σπάρτη και τη μετέφερε στα Κύθηρα, μέχρι να βρουν «ούριο» άνεμο να πλεύσουν προς τις μικρασιατικές ακτές. Οι περιηγητές Δήμος και Νικολό Στεφανόπολι (1800) αναφέρουν πως το μέρος όπου κρύφτηκαν οι δύο εραστές και χάρηκαν τον έρωτά τους μετά την αρπαγή ήταν το σημερινό Καψάλι, όπου υπήρχε και κάποιο ιερό της Αφροδίτης.
Ο Όμηρος στα έπη του αναφέρεται, όπως είναι φυσικό, πολλές φορές στην Αφροδίτη, μια και ήταν μια από τις θεές του Ολύμπου, που έλαβε ενεργό μέρος στον Τρωϊκό Πόλεμο υποστηρίζοντας τους Τρώες. Ο Όμηρος μάλιστα ονομάζει τα Κύθηρα «ζάθεα», δηλαδή πανάγια, ιερότατα, από το γεγονός ότι σ’ αυτά  γεννήθηκε η θεά.

Τα επίθετα που δόθηκαν στην Αφροδίτη κατά την αρχαιότητα ήταν πολλά. Ο Όμηρος την ονομάζει «Κυθέρεια», επειδή γεννήθηκε έξω από τα Κύθηρα. Στην Αφροδίτη και τη γέννησή της πρέπει να αναζητηθεί και η στροφή προς τα Κύθηρα, που παρατηρείται κατά τον 18ο αιώνα στη γαλλική λογοτεχνία.
Να προσθέσουμε τέλος πως στην παμπάλαιη λατρεία της θεάς πρέπει να αναζητηθεί και η ονομασία των νόστιμων τοπικών φρούτων που  παράγονται στο χωριό Μητάτα και αποτελούν μια τοπική ποικιλία ροδακίνων, τα οποία οι ντόπιοι ονομάζουν από πολύ παλιά “μαστούς της Αφροδίτης”.»